Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

"...ξύλο, φάλαγγα, εικονικές εκτελέσεις..."

Η πρώτη συνάντηση του αστυνόμου Χαρίτου με το Λάμπρο Ζήση στη Μπουμπουλίνας

"Με το Ζήση γνωρίστηκα το '71 στη Μπουμπουλίνας, όταν ήμουν φύλακας στα κρατητήρια. Ο Κωστάρας μας ήθελε παρόντες στην ανάκριση, δήθεν για να μαθαίνουμε, τα στραβάδια, όπως έλεγε. Στο βάθος δεν έδινε πεντάρα για την <<εκπαίδευσή>> μας.. Απλώς παινευόταν ότι γι' αυτόν δεν υπήρχε σκληρό καρύδι, τα 'σπαγε όλα, και για να το αποδείξει έστηνε ολόκληρη παράσταση, όπου το κοινό είμαστε εμείς, τα στραβάδια.

Με τον Ζήση όμως είχε βρει το δάσκαλό του. Αυτός είχε αρχίσει την καριέρα του από τα μπουντρούμια των Ες- Ες στην Μέρλιν, συνέχισε στο Χαϊδάρι, φοίτησε στη Μακρόνησο και καταλάβαινε Χριστό. Καθόταν απέναντι στον Κωστάρα, τον κοιτούσε καρφωτά στα μάτια, και δεν άνοιγε το στόμα του. Σκύλιαζε ο Κωστάρας. Στον Ζήση δοκίμαζε όλη την προηγμένη τεχνολογία του: ξύλο, φάλαγγα, εικονικές εκτελέσεις, τον άφηνε να μουλιάζει ώρες, με τα ρούχα, μέσα σε ένα βαρέλι με παγωμένο νερό, τον ανέβαζε στην ταράτσα της Μπουμπουλίνας, και απειλούσε να τον σπρώξει να πέσει, μέχρι και ηλεκτροσόκ δοκίμασε, αλλά του μόνο που κατάφερε να του αποσπάσει, ήταν ουρλιαχτά από τους πόνους, λέξη δεν του πήρε ούτε μία. Όταν τον πήγαινα στο κελί του, έπρεπε να τον κρατάω από τις μασχάλες και να τον σέρνω, ήταν αδύνατο να κρατηθεί στα πόδια του.

Στην αρχή τον πέρναγα για λεβεντομαλάκα, που αργά ή γρήγορα θα έσπαγε. Όσο όμως κρατούσε , εγώ άρχιζα να βάζω στοιχήματα, για να περνάει η ώρα, μιας και ήμουν αναγκασμένος να κάθομαι βουβός και να παρακολουθώ το θέαμα. Σαν να υπήρχε κάποιος άλλου, που να μου έλεγε <<σήμερα θα σπάσει>>, κι εγώ να πόνταρα στον Ζήση και να παρακαλούσα να μην σπάσει για να κερδίσω το στοίχημα. Ίσως αυτό το στοίχημα να ήταν η αιτία που γνωριστήκαμε. Τον είχαν σε αυστηρή απομόνωση, δεν τον άφηναν να πάει ούτε για κατούρημα. Στη νυχτερινή βάρδια, που ήμουν μόνος στο κρατητήριο , τον έβαζα από το κελί, τον έβγαζα από το κελί για να πάρει λίγο αέρα για να ξεμουδιάσει. Του έδινα κανένα τσιγάρο, κι αν ο Κωστάρας τον είχε βάλει στο βαρέλι, τον άφηνα ν' ακουμπάει στο καλοριφέρ μπας και ρουφήξει λίγο την υγρασία. Μόλις άκουγα βήματα, τον κλείδωνα και πάλι στο κελί του. Μέσα μου έλεγα ότι το κάνω για να παίρνει δυνάμεις και να κερδίσω το στοίχημα όταν τον πήγαινα ν' αδειάσει τη βούτα και αυτός την έχυνε, επειδή δεν είχε δυνάμεις να την σηκώσει, ή όταν τον έπαιρνα από την ανάκριση και σερνόταν , του έριχνα καλού-κακού καμιά φάπα μπροστά στους άλλους άλλους, για να μην φανεί ότι φέρομαι μαλακά σε κομμούνι και βρω το μπελά μου. Στον ίδιο δεν εξήγησε ποτέ γιατί το έκανα, ούτε κι αυτός μου είπε ποτέ ευχαριστώ. Μετά τον μετέφεραν με φορείο στου Αβέρωφ και τον έχασα".

"Νυχτερινό δελτίο" του Πέτρου Μάρκαρη, από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια: